Τρίτη 28 Αυγούστου 2018

Η άνθιση (;) της ελληνικής πίπας

Όταν πριν μερικά χρόνια άρχισα να ασχολούμαι πιο συστηματικά με το σπορ, άνοιξα το pc μου να ψάξω στο διαδίκτυο πληροφορίες σχετικά με το κάπνισμα της πίπας στα Ελληνικά. Δεν βρήκα σχεδόν τίποτα, πέρα από φτωχές σελίδες καταστημάτων ή κατασκευαστών με λιγοστές πληροφορίες πασπαλισμένες με γερές δόσεις πιπο-μύθων. Πλέον έχουμε περάσει την παιδική αλλά και εφηβική ηλικία, με όλες τις ασθένειες που τις συνοδεύουν. Δύο fora που ξεκίνησαν δυναμικά και, μοιραία, συν τω χρόνω ατόνησαν (σε σχέση με την αρχική ενθουσιώδη και πολυπληθή συμμετοχή). Αρκετά blogs, κάποια από τα οποία έσβησαν και άλλα που έμειναν παρατημένα (με το παρόν να είναι ίσως το πλέον παρα(ι)τημένο. Μπας και όλα όσα ήταν να λεχθούν, εν τέλει γράφτηκαν (ή ξαναγράφτηκαν, αφού αγγλόφωνα και άλλα fora υπήρχαν ήδη εδώ και πολλά χρόνια); Η σύντομη απάντηση είναι όχι. Το κοινό του καπνίσματος πίπας είναι περιορισμένο, αλλά η βιομηχανία της πίπας και των καπνών δεν έχει σταματήσει. Ίσως ένας λόγος που η διαδικτυακή συζήτηση σταμάτησε να είναι τόσο έντονη, είναι γιατί ασχολούμαστε λίγο με τους καπνούς και περισσότερο με τις πίπες. Με την περιορισμένη αγορά καπνών της χώρας μας, δεν μπορείς να δοκιμάσεις και πολλά βέβαια, οπότε αυτό είναι κάπως αναμενόμενο. Από την άλλη μεριά, ίσως η διαδικτυακή αλληλεπίδραση μεταξύ πιπόβιων είναι όπως όλες οι αλληλεπιδράσεις τέτοιου τύπου. Με έντονο κοινωνικό υπόβαθρο και στην πλειονότητά τους επιφανειακές. Πριν μερικούς μήνες μιλούσαμε για τη γνώση με έναν 20χρονο, ο οποίος μου εξήγησε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αντλούν πληροφορίες για επιστημονικά θέματα πρωτίστως από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα γιατί το αντι-εμβολιαστικό κίνημα είναι τόσο έντονο. Όχι γιατί είμαστε ηλίθιοι. Γιατί είμαστε καταρχήν τεμπέληδες και αρεσκόμαστε σε κουβέντες καφενείου, καθώς αναμασάμε τη φράση "το είπε η τηλεόραση" (που έχει μετουσιωθεί στο "το διάβασα στο ίντερνετ"). Για να μην παρεξηγούμαστε, το small talk μεταξύ καπνιστών πίπας είναι καλό και αναγκαίο. Φαντάσου να παθιάζεσαι με το ποδόσφαιρο σε μια πόλη που κανείς δεν βλέπει μπάλα. Τι θα κάνεις; Θα αναζητήσεις συζητητές. Και ευτυχώς σήμερα μπορεί κανείς να το κάνει αυτό online. Έτσι το βίτσιο απενοχοποιείται. Σε μια συζήτηση μεταξύ καπνιστών πίπας, σπάνια κανείς θα κάνει αστεία, ακούγοντας τη φράση "πήρα μια ωραία πίπα χτες". Αυτή είναι φράση που ανοίγει την κουβέντα, χωρίς να πυροδοτεί χλευασμό. Δεν είναι υψηλή επιστήμη η πίπα. Δεν απευθύνεται σε ναυτικούς ή κουλτουριάρηδες. Είναι για ανθρώπους που τους αρέσει να καπνίζουν και είναι λιγάκι νέρντουλες. Όπως οι συλλέκτες κόμιξ που τους λέει ο θειος τους ότι μεγάλωσαν και πρέπει να σταματήσουν να διαβάζουν "μίκυ μάου". Όλοι οι βιτσιόζοι κάπως έτσι είναι. Δεν έχει σημασία αν ασχολούνται με του ουίσκι ή το Star Wars.

Αλλά τώρα έχω την εντύπωση ότι μας έχει μείνει το small talk στην καθημερινότητα. Μπορεί να φταίει η αντικαπνιστική μανία (ο φανατισμός είναι κακό πράγμα, όπως και το κάπνισμα). Μπορεί η μαγιά να πάλιωσε και η ηλικία να πρόφτασε τον ενθουσιασμό. Κι ενώ ο κόσμος όλο και μικραίνει, οι ταχύτητες αυξάνονται και τις αλλαγές δεν τις προλαβαίνεις. Αλλά μέσα από τη δημιουργία της περίεργης αυτής κοινότητας, ξεπήδησε ένα φαινόμενο, το οποίο μόνο ως θετικό μπορώ να δω: χειροποίητη πίπα από Έλληνες κατασκευαστές. Δεν είναι ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας. Είναι το ότι κάνει το θέμα "κατασκευή πίπας" πιο οικείο, πιο χειροπιαστό. Το να μιλάς με έναν κατασκευαστή στη γλώσσα σου, μοιάζει σαν να πηγαίνεις για πρώτη φορά στο San Francisco. Όταν είδα από κοντά τα τραμ, κατάλαβα ότι η ταινία The Rock είχε γυριστεί στον πλανήτη που ζω κι εγώ. Κάποιους από τους κατασκευαστές τους γνώρισα στην αρχή τους και είχα την ευκαιρία να δω την εξέλιξή τους. Δεν είναι πολλοί, αλλά για τα δεδομένα της εγχώριας κουλτούρας ο αριθμός τους ξεπερνά τις προσδοκίες. Όπως αυτοί ξεπέρασαν τα σύνορα και οι πίπες τους έφτασαν σε άλλες ηπείρους. Full-time pipe maker γίνεσαι μόνο έτσι κατά τη γνώμη μου. Είναι οικονομικό το ζήτημα και όχι μεγαλομανίας. Αν και νομίζω ότι πιάσαμε ταβάνι πλέον, εγώ θα συνεχίζω να χαζεύω τις κατασκευές τους στα διεθνή sites, χαμογελώντας κάθε φορά, όπως χαμογελά ο μετανάστης όταν ακούει μια λέξη ελληνική σ' ένα τραγούδι. Με την ίδια φορκλορική και αστεία, μα συνάμα αθώα και αναπόδραστη συμπεριφορά.