Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Chris Asteriou

Έχει πλάκα όταν γράφεις ένα ελληνικό όνομα με λατινικούς χαρακτήρες. Άλλες φορές έχει νόημα και άλλες όχι. Στην προκειμένη περίπτωση νομίζω ότι έχει. Δεν μιλάμε για ξεπεσμένο executive- (μετά την παύλα συμπληρώστε ό,τι θέλετε, καθώς όλα ακούγονται πιο επαγγελματικά μετά τη μαγική λέξη) που τυπώνει δίγλωσσες κάρτες για να τις μοιράσει στα πανηγύρια. Μιλάμε για την ανάδυση ενός επαγγελματία μέσα από πολλά κιλά briar dust. Το γλυκερό εν προκειμένω είναι αληθές. Ο Αστερίου ήταν χομπίστας για πολλά χρόνια. Και έφτιαχνε τις πίπες του με πρωτόγονα μέσα. Σε κάποια φάση ξέφυγε. Αν και άργησε λίγο, ευτυχώς κάποια στιγμή το κατάλαβε και το είδε πιο σοβαρά. Έφαγε πολύ χρόνο και χρήμα και εν τέλει ξεκίνησε να φτιάχνει πίπες επαγγελματικά. Ο όρος "επαγγελματικά" χρησιμοποιείται εδώ λίγο καταχρηστικά, μιας και τώρα ξεκινά επί της ουσίας την καριέρα του. Ο όρος χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει μέγιστη προσοχή στη λεπτομέρεια και στόχευση στην κατασκευή ενός άρτιου αισθητικά και λειτουργικά καπνιστικού εργαλείου. Μετά από επίπονη σπουδή στην αγγλική σχολή, πέρασε στο δανέζικο σχέδιο. Κάπου στην πορεία βρήκε ένα από τα χαρακτηριστικά του σχέδια, επαναφέροντας στο προσκήνιο την οικογένεια των pencil shank μπιλιάρδων, κάτι που λείπει από την αμερικανική νεοκουλτούρα της κατασκευής πίπας, η οποία αναλώνεται κυρίως σε chubby-like, υπεραμμοβολισμένα group 5+ κομμάτια. Η ενασχόλησή του με το μπαμπού είχε σαν αποτέλεσμα εξαιρετικές δημιουργίες στα χνάρια του S. Ivarsson. Και επειδή έχω βίδα με τα δανέζικα acorns, χαίρομαι ιδιαίτερα όταν βλέπω τέτοια κομμάτια φτιαγμένα από έναν Έλληνα δημιουργό. Και ας σταθούμε λίγο σε αυτό το τελευταίο: Ο Χρήστος ζει, εργάζεται και καπνίζει στην Ελλάδα. Σε μία χώρα με ελάχιστα ερεθίσματα σχετικά με το σπορ. Είναι προς τιμήν του, λοιπόν, το ότι κατάφερε να σπάσει το τσόφλι της εγχώριας αγοράς και νοοτροπίας. Και για να μη νομίσετε ότι αποθεώνεται ένας δημιουργός χωρίς έρεισμα, αλλά μόνο βάσει προσωπικής συμπάθειας, ας περάσουμε σε χειροπιαστά πράγματα:

Το flickr του Χρήστου: http://www.flickr.com/photos/54290099@N03/sets/72157625035835024/

Η σελίδα του στο smokingpipes.com, ένα από τα μεγαλύτερα διαδικτυακά καταστήματα με πίπες και καπνούς: http://www.smokingpipes.com/pipes/new/chris-asteriou/index.cfm (ας σημειωθεί εδώ ότι η τιμολόγηση έγινε από τους ιδιοκτήτες του καταστήματος και ότι δύο από τις πίπες του πουλήθηκαν λίγες μέρες μετά την ανάρτησή τους - φυσικά ουδεμία εμπορική σχέση έχω με το κατάστημα, αλλά ούτε και με τον δημιουργό).

Και, τέλος, το blowfish που αγόρασα από την πρόσφατη έκθεση πίπας που έκαναν οι Κυριαζάνος-Αστερίου. Η φωτογραφία είναι του Χρήστου.



Δεν θα αναλωθώ σε περαιτέρω καλά λόγια και συγχαρητήρια. Αυτά είναι μάλλον αυτονόητα. Πέρα από τις φιλοφρονήσεις, αυτό που μπορεί να πει κανείς, είναι ότι έγινε ένα σημαντικό βήμα. Μπράβο, Χρήστο.

Τρίτη 7 Αυγούστου 2012

7 Αυγούστου στην Αθήνα

Δεν υπάρχει κεντρικό θέμα εδώ. Απλά κάτι σαν "αγαπημένο μου ημερολόγιο". Το γιατί έχει να κάνει με τον κλάδο της κλινικής ψυχολογίας και καθείς είναι ελεύθερος να το ψάξει (θα λάβω σοβαρά υπόψιν όλες τις διαγνώσεις - παρακαλώ να παραμείνετε στον άξονα ΙΙ). Λοιπόν, έχουμε και λέμε. 

Δεύτερη φορά που μουχλιάζει καπνός μου. Και καλά, την πρώτη ήταν ένας Presbyterian φρεσκοαγορασμένος (ανάθεμα κι αν κατάλαβα γιατί μούχλιασε). Αυτή τη φορά ήταν ένας Bayou Morning παλαιωμένος για περίπου 3 χρόνια. Σκατά. 

Μια μικρή αποκάλυψη ήταν ο Virginia Squire του Patton (η συνταγή δική του, αλλά ο blender είναι ο Rich). Φρέσκος ήταν αδιάφορος και το άρωμά του απωθητικό (με μία ξεθυμασμένη ξιδίλα). Έναν χρόνο και κάτι μετά, η χορταρίλα της VA είναι εκεί. Μαλάκωσε και γλύκανε, ενώ το χοντρό του κόψιμο είναι ότι πρέπει για κάπνισμα μέσης διαρκείας. Το πρώτο μπωλάκι ήταν πριν λίγο σε μία Stanwell brass band 190. Η δεύτερη δοκιμή γίνεται τώρα σε μία Stanwell Nana2 με φίλτρο. Δεν είναι ο καλύτερος καπνός του κόσμου, αλλά είναι μεγάλη η διαφορά που επεφερε η παλαίωση. 

Αγόρασα τη δεύτερη "artisan pipe" της συλλογής μου. Θα μπορούσαμε να συζητάμε με τις ώρες για ταξινομήσεις πιπών και τον ορισμό του artisan pipemaker. Αλλά δεν είναι της παρούσης. Με βάση τα προσωπικά μου κριτήρια, το P του Peter Heeschen ήταν η πρώτη artisan pipe. Το blowfish του Chris Asteriou είναι η δεύτερη. 

Άνοιξα -επιτέλους- την τρίτη ποιητική συλλογή του Δ. Μουζάκη, "Αυτάρεσκη Σιωπή". Και όπως ακριβώς μου συνέβη και στην προηγούμενη, τον "Υδροβάτη", κόλλησα στο πρώτο κείμενο. Λέγεται "Ο Τοίχος" και τα σπάει. Τόνοι συγκίνησης και ανατριχίλας.

Είναι Αύγουστος και δεν μπορώ να δουλέψω με τίποτα.