Πέμπτη 16 Αυγούστου 2007

Pipes

Η φωτιά πάλιωσε, μπαγιάτεψε. Πάμε για εκλογές. Ηρέμησα λίγο. Ή μπορεί να κουράστηκα και πολύ. Ή μπορεί να βαρέθηκα και αφόρητα. Ράθυμος ων, άναψα την πίπα μου και καπνίζω. Με μία sandblasted straight poker και μια ικανή ποσότητα Erinmore mixture όλα φαίνονται πιο όμορφα. Ξαναγυρίζω στις βασικές αρχές, λοιπόν. Το ζήτημα είναι οι πίπες. Ήμουν 11 χρόνια καπνιστής τσιγάρου. Πριν περίπου 5-6 χρόνια πήρα την πρώτη μου καπνοσύριγγα (sic). Ακολούθησαν άλλες 3-4, τις οποίες κάπνιζα κατά διαστήματα, αλλά με τρόπο άγαρμπο, λόγω προϋπηρεσίας στα σιγαρέτα. Πριν μερικούς μήνες, όμως, μου την έδωσε και άρχισα να το ψάχνω. Έτσι έμαθα για τα ελληνικά ρείκια και τον Αλέξανδρο Ζαββό. Πήγα, λοιπόν, στο εργοστάσιό του και πιάσαμε την κουβέντα. Η κουβέντα κράτησε γύρω στη μία ώρα και έφυγα από εκεί με μία υγροστατική Alexander.

Τώρα πλέον καπνίζω ελάχιστα τσιγάρα (καμιά τράκα μόνο) και οδεύω προς την πλήρη κατάργησή τους. Χαζεύω με τις ώρες ιστοσελίδες καπνοπωλείων, διαβάζω για τα ξύλα, ψάχνω τις ποικιλίες καπνών και μαθαίνω για τους διάσημους και άσημους τεχνίτες. Αν είχα γεννηθεί πλούσιος, θα το έκανα full time απασχόληση. Το κάπνισμα της πίπας είναι κάτι που απαιτεί μεράκι και μικρές δόσεις διαστροφής και παραξενιάς. Υπάρχουν δύο κατηγορίες καπνιστών: Αυτοί που παθιάζονται με το κάπνισμα της πίπας και αυτοί που βλαστημούν την ώρα και τη στιγμή που σκέφτηκαν να αγοράσουν αυτό το κομμάτι ξύλο για να δοκιμάσουν. Δύσκολα θα βρεις ενδιάμεση κατάσταση. Είναι προφανές ότι ανήκω στην πρώτη κατηγορία. "Και τα πάθη πρέπει να είναι σεβαστά". Το κακό της υπόθεσης είναι ότι το σπορ δεν είναι τόσο δημοφιλές στη χώρα μας. Αυτό συνεπάγεται μια σειρά από δυσκολίες.

Καταρχάς είναι λίγο δύσκολο να βρεις τα απαραίτητα για να καπνίσεις. Τσιγάρα υπάρχουν παντού. Αλλά πίπες, καθαριστικά, καπνούς, σκαλιστήρια κλπ δε βρίσκεις σε κάθε περίπτερο. Ας αρχίσουμε με τις πίπες. Δύσκολα θα βρεις κατάστημα με είδη καπνιστού που να έχει ποικιλία. Συνήθως βρίσκεις 3-4 (ή και λιγότερες) γνωστές φίρμες και, κλασσικά, πίπες 2ης διαλογής. Τα μισά από τα καταστήματα με είδη καπνιστού που έχω επισκεφθεί, με έχουν απογοητεύσει. Κάποια λόγω φτωχής συλλογής, κάποια άλλα λόγω υπερβολικά υψηλών τιμών (δε γίνεται, ρε φίλε, να πουλάς 20% παραπάνω από τη μέση τιμή στην Ελλάδα και 40% παραπάνω από τη μέση τιμή online - καπνιστές πίπας είμαστε, όχι νεόπλουτοι μαλάκες) και κάποια τελευταία λόγω μη καπνιστή ιδιοκτήτη. Αυτό είναι όντως διαστροφή. Είμαι ακόμα apprentice και χρειάζομαι τον Jedi Master για να μάθω τα μυστικά. Οπότε ο πωλητής πρέπει να ξέρει περισσότερα από εμένα. Με ξενερώνει αφάνταστα το να μου δείχνει κάποιος πίπες λες και μου δείχνει μπλουζάκια ή ψυγεία. Αυτός που δεν καπνίζει πίπα, έστω και περιστασιακά, δεν μπορεί να παθιαστεί. Ακόμα και αν έχει μελετήσει αρκετά, δεν καταλαβαίνει τη σημασία της θερμοκρασίας, του αρώματος, της γεύσης, της υφής, του βάρους. Όταν μπαίνω, λοιπόν, σε ένα τέτοιο κατάστημα, με πιάνουν τάσεις φυγής.

Άλλος μεγάλος καημός είναι οι καπνοί. Τα περίπτερα τα ξεχνάμε. Έχουν τους δημοφιλείς (τα περισσότερα), οι οποίοι μόνο για κάπνισμα δεν είναι. Αλλά και σε εξειδικευμένα καταστήματα να πας, θα βρεις ένα πολύ μικρό ποσοστό των διαθέσιμων καπνών. Ούτε λόγος φυσικά για "καθαρές" ποικιλίες, με τις οποίες μπορείς να φτιάξεις δικό σου χαρμάνι. Με βλέπω άμεσα με gift card να παραγγέλνω καπνούς.

Όσο για τα συμπράγκαλα (σκαλιστήρια, πατητήρια, καθαριστικά, γυαλιστικά και γενικώς τα σέα του τσιμπουκιού), τα ίδια και χειρότερα. Σιγά μη βρεις εύκολα χειροποίητα σύνεργα. Αλλά αυτό με πειράζει λιγότερο, καθώς δε δίνω μεγάλο βάρος σε αυτά προς το παρόν.

Ίσως το χειρότερο από όλα, όμως, να είναι η μοναξιά του καπνιστή. Ακούγεται μελό, ε? Για σκέψου να είσαι έξω, να απολαμβάνεις το καφεδάκι σου και εκεί που χαλαρώνεις καπνίζοντας το αγαπημένο σου χαρμάνι, να διαπιστώνεις ότι αρκετά ζευγάρια μάτια είναι καρφωμένα πάνω σου και σε περιεργάζονται λες και είσαι εξωγήινος, μια παρέα πιτσιρικάδες γελάει ειρωνικά γιατί σε θεωρεί βιομήχανο ή ψευτοκουλτουριάρη και η κυρία που καπνίζει απέναντι τα βιομηχανοποιημένα κωλοτσίγαρά της να σου κάνει "τς-τς" αποδοκιμαστικά και να λέει στη φίλη της πόσο της βρωμάει ο καπνός σου. Αυτό με τον καπνό που βρωμάει είναι από τα πιο κουφά που έχω ακούσει. Και απορώ ακόμα περισσότερο, όταν αυτός που διαμαρτύρεται καπνίζει τσιγάρα.

Ψάχνω, λοιπόν, να βρω και άλλους που καταλαβαίνουν τι το σπουδαίο μπορεί να έχει ένα κομμάτι ξύλο με μια γούβα, έναν αυλό και έναν ακρυλικό σωλήνα προσαρμοσμένο πάνω του. Και κάθε φορά που τυχαίνει να γνωρίζω έναν καπνιστή πίπας, τον συμπαθώ αντανακλαστικά, άσχετα με το αν αποδειχθεί καθίκι εκ των υστέρων. Το σίγουρο είναι ότι θα αρχίσει μια κουβέντα. Επίσης σίγουρο είναι ότι ο τρίτος παρατηρητής θα σχολιάσει: "Πάλι με πίπες ασχολείσαι?"


2 σχόλια:

Iordanis είπε...

Υπάρχει κάποιος τρόπος για να ξεχωρίζουμε τα ΜΗ ακρυλικά επιστόμια, ώστε να μην το καταλάβουμε μόνο αφού την πατήσουμε?

Demetres είπε...

Μέσα από το site της εταιρίας. Εκτός αυτού, διαφέρουν λίγο στην αφή. Έχε υπόψη σου ότι το ένα είναι πλαστικό και το άλλο ελαστικό. Μερικοί λένε ότι τα ακρυλικά είναι λίγο πιο σκληρά.

Αλλά γιατί λες ότι την πατάμε? Λίγη προσοχή θέλει και ένα καλής ποιότητας επιστόμιο από εβονίτη μπορεί να διατηρηθεί καλά για χρόνια.